ΚΟΝΙΤΣΑ:Γαναδιό - Μόλιστα - Μοναστήρι,στις παρυφές του Σμόλικα... | Epirus World

ΚΟΝΙΤΣΑ:Γαναδιό - Μόλιστα - Μοναστήρι,στις παρυφές του Σμόλικα...

Στις παρυφές του Σμόλικα, το Γαναδιό, η Μόλιστα και το Μοναστήρι είναι τρεις από τους πιο αξιοσημείωτους και καλύτερα διατηρημένους παραδοσιακούς οικισμούς της τέχνης της πέτρας και ψυχισμού της Ηπείρου.Σ' αυτά τα χωριά, όπως σ' όλα της Ηπείρου, ο κεντρικός πλάτανος μοιάζει να είναι το σύμβολο της τωρινής τους πραγματικότητας. Τις χειμερινές νύχτες, με το φως της πισσαρισμένης κολόνας, δίχως τα φύλλα του είναι σαν ακτινογραφία της ιστορίας: της γενικευμένης και αμείλικτης ερήμωσης, που ξεκίνησε με τον Εμφύλιο πόλεμο - ειδικά εδώ, κάτω από τον «Κλέφτη», ύψωμα του Σμόλικα, θέατρο -το καλοκαίρι του '48- κάποιων εκ των σκληρότερων μαχών του Δημοκρατικού Στρατού με τις κυβερνητικές δυνάμεις.Ένα ανηφορικό τούνελ από μαυρόπευκα κι οξιές, που ακόμα δεν το 'χει φουντώσει η Άνοιξη, αφήνει κάτω το Σαραντάπορο. Στα 850 μέτρα συναντά τρεις οικισμούς από μαύρη πέτρα του ποταμού, με πλακόστρωτες σκεπές, σχηματισμένους γύρω από τον πυρήνα των ναών και των γεροπλατάνων των κεντρικών πλατειών.Στο Γαναδιό, εξηγεί ο φιλόξενος πρόεδρος του χωριού κ. Βασίλης Τζιμινάδης, ζουν τους χειμώνες περίπου 15 μόνιμοι κάτοικοι, άλλοι 2 στη Μόλιστα και άλλοι 6 στο Μοναστήρι. Είναι συνταξιούχοι, έχουν τους κήπους ή τις κυψέλες τους, αλλά αυτόν τον χειμώνα δεν ήταν ανοιχτό κανένα καφενείο των τριών χωριών, και ο τελευταίος ξενώνας -στη Μόλιστα- είναι κλειστός.Με την Άνοιξη, όμως, τα πλατάνια ανθίζοντας γίνονται σύμβολα και της επαναφοράς των ίδιων των χωριών στη ζωτικότητα: από όσους έρχονται το Πάσχα αρκετοί μένουν για όλο το καλοκαίρι, ώσπου στις μέρες του Δεκαπενταύγουστου, και του πανηγυριού, συγκεντρωθούν περί τους διακόσιους.

Τα μετεμφυλιακά χρόνια
Τα χωριά της Ηπείρου δέχθηκαν το πρώτο πλήγμα της ερήμωσης στα μετεμφυλιακά χρόνια. Το επόμενο πλήγμα επήλθε με το «άνοιγμα» της Γερμανίας, άλλων ευρωπαϊκών χωρών και της Αυστραλίας για οικονομικούς μετανάστες τη δεκαετία του '60, και το τελειωτικό το επέφερε το κύμα αστυφιλίας στη Μεταπολίτευση, η ανάγκη του χασίματος μέσα στις λεωφόρους της ανωνυμίας ή της διαγραφής ενός, πολλές φορές, οδυνηρού παρελθόντος. Το Δημοτικό σχολείο του Γαναδιού έκλεισε το 1970 και της Μόλιστας ένα-δύο χρόνια μετά, σταδιακά το σκυρόδεμα και ο τσιμεντόλιθος άρχισαν να αντικαθιστούν την πέτρα, κι η έλλειψη σχολείου και εργασίας στην άγονη ορεινή ηπειρώτικη γη έριξε ακόμα περισσότερο νερό στο μύλο της μεγάλης φυγής. Παρόλα αυτά, «ο στόχος που είχε θέσει το χωριό μετεμφυλιακά ήταν να μην χάσει κανένα παιδί το Γυμνάσιο», συνεχίζει ο κ. Τζιμινάδης. Ήταν ό,τι είχε μείνει από την αλλοτινή άνθηση του Γαναδιού, που «δεν έμενε κανείς αναλφάβητος χάρη στο Σχολαρχείο και στο Παρθεναγωγείο, και τα χωριά αυτά ήταν τόσο εξευγενισμένα και καλλιεργημένα που γινόταν ακόμα και ευρωπαϊκά πάρτι με χορούς βαλς, ταγκό και φόξτροτ, γιορτάζονταν λαμπρά τα καρναβάλια και οι Πρωτομαγιές, υπήρχαν οικογένειες οργανοπαιχτών, ακόμα και κινηματογράφος και Πυροσβεστική και το πρώτο Ταχυδρομείο της περιοχής». Το Ταχυδρομείο της Μόλιστας άνοιξε περί το 1915, και όπως λέγεται έπειτα από αίτημα που εξέφρασαν αυτοπροσώπως στον Ελευθέριο Βενιζέλο κατά την επίσκεψή του στο Βουκουρέστι οι Μολιστινοί έμποροι που εργάζονταν στη Ρουμανία. Τότε το Γαναδιό, η Μόλιστα και το Μοναστήρι ήταν τρεις γειτονιές του ίδιου χωριού, καθότι οι Οθωμανοί ήθελαν το συγκεντρωτισμό για λόγους ελέγχου και φορολόγησης, και ο πλούτος που έστελναν πίσω οι απόδημοι -έμποροι ή χτιστάδες-, αν δεν γραφόταν στη Μονή της Θεοτόκου για να γλιτώσει απ' τις λεηλασίες, έπλαθε τα χωριά ακριβώς όπως έχουν διατηρηθεί σήμερα στο χρόνο.

Τα πέτρινα σπίτια
Τα σπίτια και τα κτίσματα δομήθηκαν με κριτήρια όχι μόνο αμυντικά, για την προστασία από τις επιδρομές, αλλά και ταξικά. Στην πλησιέστερη ακτίνα γύρω από την πλατεία χτίζονταν τα αρχοντικά των ευπόρων, με δύο ή τρία πατώματα και σε κάτοψη σχήματος συνήθως «Π». Σε δεύτερη ακτίνα, πιο μακριά από την πλατεία, εξηγεί ο κ. Τζιμινάδης, βρίσκονταν οι οικίες της μεσαίας τάξης, συνήθως κάτοψης «Γ», ενώ τα κατώτερα στρώματα ζούσαν σε τετράγωνα σπίτια στον εξωτερικό δακτύλιο του χωριού.
Βέβαια, ένα έρημο σπίτι δεν έχει καμία διαφορά με κανένα άλλο έρημο σπίτι. Κυρίως στα χρόνια της τουρκοκρατίας, για την προστασία από τις επιδρομές οι οικογένειες χρησιμοποιούσαν για τη διαβίωση τους πάνω ορόφους, αφήνοντας στο ισόγειο στάβλους, αποθήκες, κελάρια ή μαγειρεία. Και προστατεύονταν και από υψηλούς μαντρότοιχους, από πολεμίστρες και από την τοποθέτηση των παραθύρων ψηλά.Εξάλλου, ακόμα και η συγκέντρωση των διάσπαρτων σπιτιών σε πιο πυκνούς σχηματισμούς, που στην πορεία του χρόνου δημιουργούσε τα χωριά, εξυπηρετούσε τον σκοπό της ασφάλειας. Με τη σειρά της, όμως, η συγκέντρωση πληθυσμών προκαλούσε προβλήματα επιβίωσης λόγω της ανεπάρκειας των φυσικών πόρων, κι έτσι οι άνθρωποι για την επιβίωσή τους κατέφευγαν στην ανάπτυξη τεχνών και εξειδίκευσης, όπως της πέτρας ή της ξυλογλυπτικής ή ζωγραφικής. Κατεβαίνοντας τώρα μέσα από το τούνελ των δέντρων προς το Σαραντάπορο, αφήνοντας δρόμο πίσω, λίγο πριν αρχίσει η Άνοιξη υπάρχει η αίσθηση ότι σύντομα ο τόπος θα φουντώσει, θα πρασινίσει και θα αναζωογονηθεί - αλλά μονάχα μέχρι τον επόμενο χειμώνα.Στα 506 από την Αθήνα μέχρι το Γαναδιό το Ford Edge ήταν μια αποκάλυψη άνεσης - χάρη, κυρίως, στην ηχομόνωση από τις ποδιές του δαπέδου μαζί το σύστημα Active Noise Control, που εκπέμπει από τα ηχεία του εσωτερικού κυματομορφές αντίθετης συχνότητας από τους κινητήρα και του δρόμου! Με 130 km/h, ο θόρυβός του μένει στα 65 dB!

caranddriver.gr
Share on Google Plus

About konmpel

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου